Η Ιστορία των Παγκοσμίων Κυπέλλων, Χιλή 1962: Δεν είχε Πελέ, είχε όμως Γκαρίντσα
2018-05-15 15:01Του Ανδρέα Λεκάκη
Έπειτα από δύο σερί Μουντιάλ τα οποία φιλοξενήθηκαν στην Ευρώπη, η FIFA έκρινε πως είχε έρθει η ώρα να επιστρέψει η διοργάνωση στη Λατινική Αμερική. Έτσι, αυτή ανατέθηκε στη Χιλή, σε μια απόφαση που προκάλεσε πάντως αντιδράσεις, αφού πολλοί πίστευαν πως μια χώρα με χαμηλό επίπεδο υποδομών δε θα μπορέσει να διοργανώσει επιτυχώς ένα Παγκόσμιο Κύπελλο. Σα να μην έφτανε αυτό, δύο χρόνια πριν την έναρξη του τουρνουά η χώρα επλήγη από έναν καταστροφικό σεισμό ο οποίος ισοπέδωσε το ένα τρίτο των κτιρίων της, παρ’ όλα αυτά οι Χιλιανοί ήταν αποφασισμένοι να διοργανώσουν ένα άρτιο Παγκόσμιο Κύπελλο για να δώσουν και λίγη χαρά στον κόσμο μετά τη μεγάλη καταστροφή και έπεισαν τη FIFA πως μπορούν να τα καταφέρουν.
Για πρώτη φορά, πενήντα έξι ομάδες πήραν μέρος στην προκριματική φάση, στην οποία δεν έλειψαν οι εκπλήξεις, αφού η διοργανώτρια και φιναλίστ της προηγούμενης διοργάνωσης Σουηδία καθώς και η τρίτη καλύτερη ομάδα εκείνου του τουρνουά Γαλλία δεν κατάφεραν να φτάσουν ως τα τελικά. Οι δεκαέξι ομάδες που το κατάφεραν χωρίστηκαν και πάλι σε τέσσερις ομίλους με τις δύο πρώτες να περνούν στα προημιτελικά, με τη διαφορά όμως πως αυτή τη φορά δε θα υπήρχαν μπαράζ αν ισοβαθμούσαν αλλά θα λαμβανόταν υπ’ όψιν η διαφορά τερμάτων.
Στον πρώτο όμιλο πρωταγωνίστησε η Σοβιετική Ένωση του σπουδαίου Λεβ Γιασίν, πρωταθλήτρια Ευρώπης στο πρώτο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα που διεξήχθη στη Γαλλία δύο χρόνια νωρίτερα, η οποία νίκησε Γιουγκοσλαβία (2-0) και Ουρουγουάη (3-1) και παρά την απρόσμενη ισοπαλία με 4-4 κόντρα στην πιο αδύναμη ομάδα του ομίλου, την «πρωτάρα» Κολομβία, τερμάτισε στην πρώτη θέση. Πίσω από τους Σοβιετικούς τερμάτισε η Γιουγκοσλαβία, που μετά την ήττα στο πρώτο παιχνίδι νίκησε στη συνέχεια Ουρουγουάη (3-1) και Κολομβία, αφήνοντας τις δύο λατινοαμερικάνικες ομάδες εκτός συνέχειας. Πρώτη από τον δεύτερο όμιλο τερμάτισε η Δυτική Γερμανία, φέρνοντας ένα 0-0 με την Ιταλία και παίρνοντας τη νίκη στα άλλα δύο ματς με Ελβετία (2-1) και τη διοργανώτρια Χιλή (2-0). Οι οικοδεσπότες πέρασαν κι αυτοί στην επόμενη φάση, αφήνοντας εκτός της Ιταλία νικώντας την με 2-0 σε ένα απίστευτα βίαιο παιχνίδι για το οποίο θα διαβάστε παρακάτω.
Η Βραζιλία ήταν το μεγάλο φαβορί να κατακτήσει ξανά το τρόπαιο και το απέδειξε στον τρίτο όμιλο, νικώντας Μεξικό (2-0) και Ισπανία (2-1) και φέρνοντας μια ισοπαλία ενδιάμεσα με την Τσεχοσλοβακία (0-0). Η Ισπανία είχε μπει με φιλοδοξίες στο τουρνουά, έχοντας στο δυναμικό της και τον Φέρεντς Πούσκας, ο οποίος έπαιζε πια για τη Ρεάλ Μαδρίτης και είχε πάρει την ισπανική υπηκοότητα, σε μια προσφιλή τακτική των εθνικών ομάδων εκείνη την εποχή, αφού στην Ισπανία έπαιζε πλέον και ο Ουρουγουανός Σανταμαρία (επίσης της Ρεάλ), ενώ στην Ιταλία αγωνιζόταν ο Βραζιλιάνος Αλταφίνι της Μίλαν. Παρ’ όλα αυτά οι «φούριας ρόχας» δεν κατάφεραν να περάσουν στον επόμενο γύρο, χάνοντας από Τσεχοσλοβάκους (1-0) και Βραζιλιάνους και νικώντας μόνο το Μεξικό. Αυτοί που πέρασαν ήταν οι Τσεχοσλοβάκοι, κι ας έχασαν με 3-1 στο τελευταίο παιχνίδι από τους Μεξικανούς, στην πρώτη νίκη του Μεξικού στην ιστορία του σε Μουντιάλ.
Η Ουγγαρία νίκησε με άνεση τον τέταρτο όμιλο με δύο νίκες και μια ισοπαλία, ενώ για πρώτη φορά η δεύτερη θέση θα κρινόταν στη διαφορά τερμάτων, αφού Αγγλία και Αργεντινή ήταν ισόβαθμες. Οι Άγγλοι, που είχαν στον πάγκο τους για τέταρτο σερί Μουντιάλ τον Γουόλτερ Γουιντερμπότομ, είχαν σκοράρει δύο γκολ περισσότερα από την «αλμπισελέστε» και έτσι πήραν αυτοί την πρόκριση για τα προημιτελικά.
Στη δεύτερη συμμετοχή της σε Μουντιάλ, η Σοβιετική Ένωση είχε περάσει και πάλι στην προημιτελική φάση, όμως αποκλείστηκε ξανά από τους διοργανωτές, γνωρίζοντας την ήττα με 2-1 από τη Χιλή. Η Γιουγκοσλαβία βρήκε μπροστά της τη Δυτική Γερμανία για τρίτη συνεχόμενη φορά στην ίδια φάση, όμως σε αντίθεση με τις δύο προηγούμενες όπου είχε αποκλειστεί, αυτή τη φορά κατάφερε να νικήσει τα «πάντσερ» με 1-0 χάρη σε ένα όμορφο γκολ του Πέταρ Ραντάκοβιτς στο 85’ και να περάσει στα ημιτελικά.
Η πρωταθλήτρια κόσμου Βραζιλία υπέστη ένα σοβαρό πλήγμα εν όψει της συνέχειας, όταν ο Πελέ τραυματίστηκε και θα έπρεπε να αγωνιστεί στη συνέχεια της διοργάνωσης χωρίς το μεγαλύτερο αστέρι της. Με τον Πελέ εκτός, όλο σχεδόν το βάρος έπεσε επάνω στους ώμους του Γκαρίντσα, ο οποίος είχε κάνει το ντεμπούτο του σε Μουντιάλ το 1958, στο ίδιο παιχνίδι με τον Πελέ, και επίσης είχε εντυπωσιάσει. Ο Γκαρίντσα έδειξε ότι μπορεί να σηκώσει αυτό το βάρος και με το παραπάνω, πετυχαίνοντας δύο γκολ για τη Βραζιλία στον προημιτελικό με την Αγγλία, στη νίκη της «σελεσάο» με 3-1. Ακόμη, το γκολ του Σέρερ στο 13’ ήταν αρκετό για να νικήσει η Τσεχοσλοβακία την Ουγγαρία και να κλείσει και αυτή θέση στα ημιτελικά.
Ο μεγάλος ημιτελικός μεταξύ Βραζιλίας και Χιλής είχε αρχικά οριστεί να γίνει στο μικρό στάδιο «Σαουσαλίτο» της πόλης Βίνα ντελ Μαρ, όμως τελικά αποφασίστηκε να διεξαχθεί στο μεγαλοπρεπές «Νασιονάλ» του Σαντιάγο, μπροστά σε περίπου 75.000 θεατές. Εκεί οι παγκόσμιοι πρωταθλητές επιβλήθηκαν των διοργανωτών με 4-2, με τον εκπληκτικό για ένα ακόμη παιχνίδι Γκαρίντσα να σκοράρει δύο γκολ και τον Βαβά, μεγάλο πρωταγωνιστή της Βραζιλίας και στο προηγούμενο Μουντιάλ, να πετυχαίνει άλλα δύο. Οι «καριόκας» ήταν για δεύτερη συνεχόμενη φορά στον τελικό και θα είχαν την ευκαιρία να υπερασπιστούν τον τίτλο τους.
Η Βραζιλία ήταν η μεγάλη νικήτρια ενός ακόμη Μουντιάλ
Η αλλαγή στις έδρες των ημιτελικών προκάλεσε την αντίδραση του κοινού της Βίνα ντελ Μαρ, αφού οι Χιλιανοί είχαν δείξει ξεκάθαρα την προτίμησή τους στις θεαματικές νοτιοαμερικάνικες ομάδες και δεν ενθουσιάζονταν ιδιαίτερα με το ποδόσφαιρο που έπαιζαν οι ευρωπαϊκές. Έτσι, ο ημιτελικός μεταξύ Τσεχοσλοβακίας και Γιουγκοσλαβίας διεξήχθη μπροστά σε μόλις 6.000 θεατές! Αυτό βέβαια καθόλου δεν επηρέασε τις δύο ομάδες που στο δεύτερο ημίχρονο προσέφεραν θέαμα και μέχρι το 80’ το σκορ ήταν 1-1 με γκολ του Κάντραμπα για τους Τσεχοσλοβάκους και του Γέρκοβιτς για τους Γιουγκοσλάβους. Το γκολ του Άντολφ Σέρερ όμως έδωσε ξανά προβάδισμα στους πρώτους, ενώ ο ίδιος παίκτης έκανε το 3-1 με πέναλτι στο 84’ και έτσι η Τσεχοσλοβακία ήταν ξανά σε έναν τελικό, για πρώτη φορά μετά το 1934.
Οι διοργανωτές Χιλιανοί αρκέστηκαν στην τρίτη θέση, αφού νίκησαν με 1-0 τη Γιουγκοσλαβία στον μικρό τελικό, χάρη σε ένα γκολ του Ρόχας ένα λεπτό πριν τη λήξη. Όλα τα φώτα έπεφταν όμως στον τελικό μεταξύ Βραζιλίας και Τσεχοσλοβακίας στο Σαντιάγο, με τις δύο ομάδες να έχουν συναντηθεί και στον όμιλο, όμως τώρα οι συνθήκες ήταν φυσικά εντελώς διαφορετικές.
Όπως και στον τελικό του 1958, έτσι και σε αυτόν οι Βραζιλιάνοι βρέθηκαν πίσω στο σκορ όταν στο 14’ ο Γιόζεφ Μάζοπουστ έστειλε τη μπάλα στα δίχτυα. Αυτό όμως δεν πτόησε την παρέα του Γκαρίντσα, ο οποίος μάλιστα αγωνίστηκε στον τελικό με υψηλό πυρετό λόγω μιας γρίπης που τον ταλαιπωρούσε, αφού μόλις δύο λεπτά αργότερα σκόραρε για τη Βραζιλία ο νεαρός Αμαρίλντο, ο οποίος ήταν ο αντικαταστάτης του Πελέ μετά τον τραυματισμό του άσου της «σελεσάο». Στο 69ο λεπτό, ο εξαιρετικός Αμαρίλντο έκανε μια ωραία σέντρα για τον Ζίτο, ο οποίος με κεφαλιά έδωσε το προβάδισμα στην ομάδα του ενώ αμέσως ο αγώνας διακόπηκε για λίγα λεπτά, αφού οι φωτογράφοι μπήκαν στο γήπεδο για να απαθανατίσουν τα πανηγύρια των Βραζιλιάνων. Δώδεκα λεπτά πριν τη λήξη, ο Σάντος έκανε μια σέντρα, ο ήλιος δυσκόλεψε την προσπάθεια του τερματοφύλακα της Τσεχοσλοβακίας Σρόιφ και ο Βαβά το εκμεταλλεύτηκε «γράφοντας» το τελικό 3-1 και έγινε έτσι ο πρώτος παίκτης που σκοράρει σε δύο διαφορετικούς τελικούς. Η επιτυχία ήταν μεγάλη για τη Βραζιλία, η οποία με τον ίδιο ουσιαστικά κορμό με τον οποίο κέρδισε και το προηγούμενο Μουντιάλ και έστω και χωρίς τον Πελέ στα κρίσιμα παιχνίδια του τουρνουά, έγινε η δεύτερη ομάδα μετά την Ιταλία που κατακτά δύο συνεχόμενα Παγκόσμια Κύπελλα.
Οι συνθέσεις του τελικού
Βραζιλία: Ζιλμάρ, Νζ. Σάντος, Ν. Σάντος, Μάουρο (α), Ζόζιμο, Ζίτο, Ντιντί, Αμαρίλντο, Ζαγκάλο, Γκαρίντσα, Βαβά Προπονητής: Αϊμορέ Μορέιρα
Τσεχοσλοβακία: Σρόιφ, Τίχι, Νόβακ (α), Πλούσκαλ, Πόπλουχαρ, Μάζοπουστ, Κβάσνακ, Πόσπιχαλ, Σέρερ, Γιέλινεκ,Κάντραμπα Προπονητής: Ρούντολφ Βίτλατσιλ
Διαιτητής: Νικολάι Λατίσεφ (Σοβιετική Ένωση)
Ημερομηνία: 17 Ιουνίου 1962
Γήπεδο: «Νασιονάλ», Σαντιάγο
Το πρόσωπο: Γκαρίντσα
Το πραγματικό του όνομα ήταν Μανουέλ Φρανσίσκο ντος Σάντος, όμως σε όλους ήταν γνωστός ως Γκαρίντσα, που σημαίνει μικρό πουλί, ένα προσωνύμιο που του «κόλλησε» η αδερφή του όταν ήταν μικρός. Ο Γκαρίντσα είχε ανατομικά προβλήματα, αφού η σπονδυλική του στήλη ήταν κυρτή και το αριστερό του πόδι κατά έξι εκατοστά κοντύτερο από το δεξί, όμως αυτό σε καμία περίπτωση δεν τον εμπόδισε να ξεδιπλώσει το αστείρευτο ταλέντο του, να πραγματοποιήσει μια μεγάλη καριέρα και να γίνει ο αδιαμφισβήτητος πρωταγωνιστής του Μουντιάλ της Χιλής. «Κουβάλησε» τη Βραζιλία στις πλάτες του μετά τον τραυματισμό του Πελέ, πέτυχε δύο γκολ στον προημιτελικό και άλλα δύο στον ημιτελικό και αναδείχθηκε καλύτερος παίκτης της διοργάνωσης. Αξίζει να σημειωθεί πως στο 83ο λεπτό του ημιτελικού με τη Χιλή είχε αποβληθεί, όμως ο διαιτητής δεν κατέγραψε την αποβολή στο φύλλο αγώνα με αποτέλεσμα ο Άγγλος πρόεδρος της FIFA, Στάνλεϊ Ράους, να επιτρέψει στον Γκαρίντσα να αγωνιστεί στον τελικό «για το καλό του αθλήματος» όπως χαρακτηριστικά είχε δηλώσει χρόνια αργότερα, δείγμα του πόσο σπουδαίος παίκτης ήταν ο Βραζιλιάνος άσος.
Η στιγμή
Για τη δεύτερη αγωνιστική του ομίλου, η Χιλή αντιμετώπιζε την Ιταλία στην πρωτεύουσα της χώρας και ο αγώνας μύριζε εξ αρχής «μπαρούτι». Ο λόγος ήταν πως οι Ιταλοί είχαν εκφραστεί ανοικτά υπέρ της αλλαγής της χώρας διεξαγωγής του Μουντιάλ μέσω των δημοσιογράφων αλλά και των θέσεων της Ομοσπονδίας τους, μετά τον ισχυρό σεισμό που έπληξε τη χώρα. Ακόμη, οι Ιταλοί δημοσιογράφοι που ταξίδεψαν στη Χιλή τα έβαλαν μέχρι και με τις γυναίκες της χώρας, αμφισβητώντας το ήθος τους σε άρθρα τους, έτσι η Ιταλία είχε γίνει το «κόκκινο πανί» για τους Χιλιανούς. Το πρώτο σκληρό φάουλ έγινε μόλις στο 12ο δευτερόλεπτο (!) ενώ πριν τελειώσει το ημίχρονο είχαν αποβληθεί δύο Ιταλοί ποδοσφαιριστές, ο Φερίνι και ο Ντέιβιντ. Πρωτοστάτης στις «ομηρικές» μάχες που έλαβαν χώρα στο γήπεδο ήταν ο παίκτης των Χιλιανών, Λεονέλ Σάντσες, που είχε εξαιρετικές ικανότητες στην πυγμαχία ως γιος πυγμάχου και τις εξάσκησε πάνω στους Ιταλούς, γρονθοκοπώντας τον Ντέιβιντ-αποβλήθηκε για τάκλιν στην καρωτίδα του Σάντσες-και σπάζοντας τη μύτη του Ουμπέρτο Μάτσιο! Ο αγωνιστικός χώρος μετατράπηκε σε ρινγκ με τους παίκτες των δύο ομάδων να πέφτουν σε πολλές περιπτώσεις στο έδαφος και να παίζουν ξύλο. Περιέργως το παιχνίδι ολοκληρώθηκε με τη Χιλή να επικρατεί με 2-0, ένα αποτέλεσμα που ουσιαστικά έδωσε στους διοργανωτές τη δεύτερη θέση και αποδείχθηκε καταδικαστικό για τους Ιταλούς. Το παιχνίδι αυτό έμεινε γνωστό στην ιστορία ως η «μάχη του Σαντιάγο», ενώ κυρίως λόγω αυτού του αγώνα αλλά και των πολλών αντιαθλητικών μαρκαρισμάτων και στα άλλα παιχνίδια, το Μουντιάλ της Χιλής χαρακτηρίστηκε ως το «Παγκόσμιο Κύπελλο της μεγάλης σφαγής».
Παίκτες λαβωμένοι στον αγωνιστικό χώρο... Μία συνηθισμένη σκηνή στο παιχνίδι της Χιλής με την Ιταλία
Πηγές: "Η Ιστορία του Παγκοσμίου Κυπέλλου", εκδ. "Σύγχρονοι Ορίζοντες", 2010
"Ειδική έκδοση του Goal News για το Μουντιάλ", 2014
"Στιγμές Μουντιάλ", Χρήστος Σωτηρακόπουλος, εκδ. "Τόπος", 2014
———
Πίσω