Ομάδες που έγραψαν ιστορία: Η Λίβερπουλ του Μπομπ Πέισλι

2019-03-22 21:01

Του Ανδρέα Λεκάκη

 

Τη φετινή σεζόν παρακολουθούμε την προσπάθεια της Λίβερπουλ να κατακτήσει το πρωτάθλημα Αγγλίας για πρώτη φορά μετά από 29 ολόκληρα χρόνια και γενικότερα το πρώτο της τρόπαιο μετά το 2012. Υπήρχε όμως μια περίοδος στην οποία η κατάκτηση των τίτλων, τόσο των εγχώριων όσο και των ευρωπαϊκών, ήταν κάτι παραπάνω από ένα συχνό φαινόμενο στο Μερσεϊσάιντ. Στο όγδοο αυτό μέρος του αφιερώματός μας θα ασχοληθούμε με την πιο χρυσή περίοδο στην ιστορία της Λίβερπουλ, αυτήν της παρουσίας του εμβληματικού Μπομπ Πέισλι στον πάγκο της ομάδας. Διήρκησε εννέα χρόνια (1974-1983), μέσα στα οποία οι «κόκκινοι» κατέκτησαν είκοσι τίτλους, μεταξύ αυτών και τρία Κύπελλα Πρωταθλητριών. Οι επιτυχίες εκείνες ήταν αυτές που έκαναν το σύλλογο αυτό που είναι σήμερα, δηλαδή έναν από τους κορυφαίους της Αγγλίας αλλά και της Ευρώπης.

Όπως και κάθε ιστορία, έτσι και αυτή έχει τη δική της αρχή. Στην προκειμένη περίπτωση θα πρέπει να γυρίσουμε πίσω στο 1959 για να δούμε πως ξεκίνησαν όλα. Είναι μια χρονιά-ορόσημο στην ιστορία της Λίβερπουλ, αφού τότε ανέλαβε την τεχνική ηγεσία τους ο σπουδαίος Μπιλ Σάνκλι. Οι «κόκκινοι» τότε αγωνίζονταν από το 1954 στη δεύτερη κατηγορία και όπως καταλαβαίνουμε το κύρος της ομάδας δεν είχε καμία σχέση με το ό, τι ισχύει σήμερα. Μάλιστα, λέγεται πως όταν ο τότε πρόεδρος της ομάδας, Τομ Γουίλιαμς, ρώτησε τον Σάνκλι αν θα ήθελε να προπονήσει τον μεγαλύτερο σύλλογο της Αγγλίας, εκείνος αποκρίθηκε: «Γιατί, τα μαζεύει ο Ματ Μπάσμπι;», αναφερόμενος φυσικά στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.

Ο Σάνκλι ήταν αυτός που έβαλε τις βάσεις για να μπει η Λίβερπουλ στο δρόμο των επιτυχιών. Πήρε μια ομάδα που βρισκόταν στη μέση της δεύτερης κατηγορίας και αφού την ανέβασε το 1962, την έκανε πρωταγωνίστρια στο Νησί. Πανηγύρισε τρία πρωταθλήματα Αγγλίας και δύο Κύπελλα, έχοντας για πρωταγωνιστές παίκτες όπως ο Ίαν Κάλαχαν, ρέκορντμαν συμμετοχών στην ιστορία της ομάδας, ή ο Ρότζερ Χαντ, δεύτερος σκόρερ όλων των εποχών για τους «ρεντς» και παγκόσμιος πρωταθλητής με την Αγγλία το 1966. Ο Σάνκλι επίσης ήταν αυτός που χάρισε στη Λίβερπουλ και το πρώτο της ευρωπαϊκό τρόπαιο, το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ του 1973.

Τον Ιούλιο του 1974, λίγες μέρες μετά την κατάκτηση του δεύτερου Κυπέλλου Αγγλίας για την ομάδα, ο Σκωτσέζος τεχνικός ξάφνιασε τους πάντες υποβάλλοντας την παραίτησή του, αφού ήθελε να ξεκουραστεί μετά από δεκαπέντε χρόνια συνεχούς παρουσίας του στον πάγκο των «κόκκινων». Η διοίκηση πάντως δε δυσκολεύθηκε να βρει τον αντικαταστάτη του. Ο Μπομπ Πέισλι, ο οποίος είχε ζήσει μια ζωή στη Λίβερπουλ υπηρετώντας την και ως ποδοσφαιριστής από το 1939 αλλά και ως βοηθός του Σάνκλι από την πρώτη κιόλας χρονιά (1959), ήταν αυτός που πήρε το χρίσμα.

Όπως ήταν λογικό, ο Πέισλι ήξερε όσο κανείς άλλος τα αποδυτήρια της ομάδας και όχι μόνο αποδείχθηκε άξιος διάδοχος του Σάνκλι, αλλά κατάφερε να φέρει ακόμη περισσότερες και μεγαλύτερες επιτυχίες από τον προκάτοχό του. Όσον αφορά τον χαρακτήρα, δεν είχε καμία σχέση με τον Σκωτσέζο. Ήταν πιο καλοσυνάτος και φιλικός, δίνοντας και περισσότερη ελευθερία στους παίκτες. Ήταν όμως αποφασιστικός και κυνικός, γνώριζε καλά πώς να επιβάλλεται στους ποδοσφαιριστές του και ήταν ικανός να παίρνει δύσκολες αποφάσεις με οποιοδήποτε κόστος.

Γεγονός είναι πως η Λίβερπουλ έπαιξε καλύτερο ποδόσφαιρο υπό τις οδηγίες του Πέισλι σε σχέση με τον Σάνκλι. Για την ακρίβεια, το αγωνιστικό στυλ της ομάδας άλλαξε με αφορμή τον αποκλεισμό από τον Ερυθρό Αστέρα στον δεύτερο γύρο του Κυπέλλου Πρωταθλητριών της σεζόν 1973-74. Η Λίβερπουλ, που μόλις την περσινή σεζόν είχε κατακτήσει το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ, θεωρούσε τον εαυτό της φαβορί κόντρα στους Σέρβους, ακόμη και μετά την ήττα της με 2-1 στο πρώτο παιχνίδι του Βελιγραδίου. Στη ρεβάνς του «Άνφιλντ», όχι μόνο δεν κατάφερε να προκριθεί, αλλά γνώρισε νέα ήττα με το ίδιο σκορ, βλέποντας τον Αστέρα να παίζει ένα εξαιρετικό ποδόσφαιρο βασισμένο στις αντεπιθέσεις.

Την επομένη της ήττας, στις 5 Νοεμβρίου 1973, έξι άνθρωποι συναντήθηκαν σε ένα μικρό δωματιάκι στο οποίο φυλάσσονταν τα παπούτσια των ποδοσφαιριστών, στο τέλος του διαδρόμου που οδηγεί στα αποδυτήρια του «Άνφιλντ». Αντικείμενο της συζήτησής τους ήταν το πώς μπορεί να επιτευχθεί η αλλαγή στον τρόπο παιχνιδιού της ομάδας, πώς η Λίβερπουλ μπορεί να περάσει από το παλιομοδίτικο ποδόσφαιρο που έπαιζαν τότε οι αγγλικές ομάδες σε μια πιο σύγχρονη προσέγγιση. Παρόντες στη συζήτηση ήταν ο προπονητής της ομάδας, Μπίλ Σάνκλι, ο βοηθός του, Μπομπ Πέισλι, ο γυμναστής της πρώτης ομάδας, Τζο Φάγκαν, ο αναπληρωματικός γυμναστής της πρώτης ομάδας, Ρόνι Μοράν, ο επικεφαλής των ακαδημιών, Τομ Σόντερς και ο επικεφαλής των γυμναστών, Ρούμπεν Μπένετ. Χωρίς να το γνωρίζουν τότε, η συνάντηση αυτών των έξι ανθρώπων ήταν η αρχή μιας ποδοσφαιρικής επανάστασης στο Νησί, που οδήγησε στην απόλυτη κυριαρχία των αγγλικών ομάδων στην Ευρώπη στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και στις αρχές της δεκαετίας του ’80.

Στην πολύ σημαντική εκείνη σύσκεψη, ο Πέισλι-που ήταν πολύ καλύτερος στην τακτική από τον Σάνκλι-φαινόταν να ήταν από τους πρώτους που είχε αντιληφθεί πως ο τρόπος παιχνιδιού των ευρωπαϊκών ομάδων μπορεί να δείξει τον δρόμο στη Λίβερπουλ. Οι άνθρωποι των «ρεντς» κατάλαβαν πως θα πρέπει να δώσουν πολύ μεγαλύτερη σημασία στο πάσινγκ γκέιμ, πως ο παίκτης που δεν έχει τη μπάλα είναι εξίσου σημαντικός με αυτόν που την έχει, πως κάθε παίκτης που γίνεται αποδέκτης της μπάλας θα πρέπει να έχει ήδη στο νου του παραπάνω από μία επιλογές. Αυτά μπορεί να φαίνονται σε όλους αυτονόητα σήμερα, όμως εκείνη την εποχή ειδικά για το αγγλικό ποδόσφαιρο κάτι τέτοιο δεν ίσχυε. Από εκείνη τη συνάντηση και μετά η φιλοσοφία της Λίβερπουλ-ειδικά μόλις ανέλαβε ο Πέισλι-άλλαξε, όπως και η ιστορία της. Το περίφημο εκείνο δωματιάκι δε, απέκτησε θρυλικές διαστάσεις και μετατράπηκε σε ένα χώρο όπου μετά από κάθε παιχνίδι της Λίβερπουλ προσκαλούνταν οι αντίπαλοι προπονητές για να συζητήσουν και να αναλύσουν διάφορα θέματα γύρω από το ποδόσφαιρο.

Ο Μπομπ Πέισλι απολαμβάνει την επιτυχία της κατάκτησης του πρωταθλήματος όπως συνήθιζε πάντα, με ένα ποτήρι σαμπάνια στο θρυλικό "δωματιάκι" του "Άνφιλντ"

 

Η πρώτη χρονιά με τον Πέισλι πρώτο προπονητή (1974-75) ήταν μεταβατική και σε αυτήν δε σημειώθηκε κάποια επιτυχία για τη Λίβερπουλ, όμως την αμέσως επόμενη οι «κόκκινοι» αναδείχθηκαν πρωταθλητές Αγγλίας και κατέκτησαν και ευρωπαϊκό τρόπαιο (Κύπελλο ΟΥΕΦΑ), κάτι που καμιά άλλη αγγλική ομάδα δεν είχε καταφέρει στο παρελθόν. Η «αρμάδα» του Πέισλι έδειχνε πλέον έτοιμη για το επόμενο βήμα, που ήταν η κατάκτηση της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης, του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Στην ομάδα δέσποζαν ποδοσφαιριστές τεράστιας κλάσης, όπως ο Ρέι Κλέμενς κάτω από τα δοκάρια, ο Φιλ Νιλ στα δεξιά της άμυνας που ήταν και εξαιρετικός στις εκτελέσεις πέναλτι, οι Τόμι Σμιθ και Έμλιν Χιουζ στο κέντρο της άμυνας, ο «αειθαλής» Ίαν Κάλαχαν και ο Τέρι ΜακΝτέρμοτ στο κέντρο, οι Ρέι Κένεντι και Στιβ Χέιγουεϊ στα άκρα, ενώ στην επίθεση αποτελούσαν εγγύηση τόσο ο Τζον Τόσακ, όσο φυσικά και ο μεγαλύτερος σταρ του αγγλικού ποδοσφαίρου εκείνη την εποχή, ο Κέβιν Κίγκαν.

Το παιχνίδι που όλοι κατάλαβαν πως εκείνη η ομάδα είχε κάτι το ξεχωριστό ήταν δίχως αμφιβολία η ρεβάνς των προημιτελικών του Κυπέλλου Πρωταθλητριών της σεζόν 1976-77 κόντρα στη Σεντ Ετιέν στο «Άνφιλντ». Η Λίβερπουλ είχε χάσει με 1-0 στη Γαλλία, όμως ισοφάρισε το σκορ του πρώτου αγώνα μόλις μετά από δύο λεπτά παιχνιδιού, με ένα πανέμορφο ψηλοκρεμαστό σουτ του Κίγκαν. Οι «στεφανουά» ισοφάρισαν σε 1-1 και όλα έδειχναν πως θα συνεχίζουν εκείνοι στο θεσμό, όμως ένα γκολ του Κένεντι και ένα ακόμη της «χρυσής» αλλαγής του Πέισλι, Ντέιβιντ Φέρκλαφ, έξι λεπτά πριν το τέλος, υπέγραψαν μια τεράστια πρόκριση για τους «κόκκινους» μπροστά σε ένα γήπεδο και σε ένα «KOP» (η κερκίδα των φανατικών της ομάδας) που «έβραζε». Στα ημιτελικά η Λίβερπουλ δε δυσκολεύτηκε να ξεπεράσει το εμπόδιο της Ζυρίχης και στον πρώτο τελικό στην ιστορία της στο Κύπελλο Πρωταθλητριών θα αντιμετώπιζε τη σπουδαία Γκλάντμπαχ των Σίμονσεν, Φογκτς, Στίλικε, Μπόνοφ και Χάινκες.

Στη Ρώμη κοντραρίστηκαν οι δύο ανερχόμενες δυνάμεις του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου εκείνη την εποχή, αφού και η Γκλάντμπαχ είχε ήδη πάρει τα ηνία στη Γερμανία από τη Μπάγερν, είχε κατακτήσει το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ δύο χρόνια πριν και είχε τεράστιες φιλοδοξίες. Ο αγώνας εξελίχθηκε σε θρίαμβο για τη Λίβερπουλ. Ο ΜακΝτέρμοτ άνοιξε το σκορ, ο Σίμονσεν ισοφάρισε, όμως οι «κόκκινοι» βρήκαν άλλα δύο γκολ με κεφαλιά του Σμιθ και με πέναλτι του Νιλ, το οποίο είχε κερδίσει ο κορυφαίος εκείνης της αναμέτρησης, Κέβιν Κίγκαν. Μόλις στην τρίτη του σεζόν στον πάγκο της ομάδας, ο Πέισλι είχε καταφέρει να την οδηγήσει στην κατάκτηση του πρώτου της Κυπέλλου Πρωταθλητριών, με τη Λίβερπουλ να γίνεται μόλις το δεύτερο αγγλικό κλαμπ που κερδίζει τη διοργάνωση μετά τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ το 1968. Ο τεχνικός των πρωταθλητών μάλιστα, ο οποίος είχε υπηρετήσει στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο συμμετέχοντας στην απελευθέρωση της Ρώμης το 1944, δήλωσε μετά το ματς: «Μπήκα πρώτη φορά στη Ρώμη το 1944 καβάλα σε ένα τανκ του βρετανικού στρατού. Τώρα ξαναήρθα και έγινα πρωταθλητής Ευρώπης. Μου φέρνει τύχη αυτή η πόλη». Στην Αγγλία, η Λίβερπουλ υπερασπίστηκε τα κεκτημένα της, φτάνοντας για δεύτερη συνεχή χρονιά στην κατάκτηση του πρωταθλήματος.

Το καλοκαίρι του 1977 συντελέστηκαν κάποιες σημαντικές αλλαγές στην ομάδα. Το μεγάλο αστέρι, ο Κέβιν Κίγκαν, έφυγε με προορισμό το Αμβούργο, έχοντας ήδη όμως γνωστοποιήσει την απόφασή του από την περασμένη σεζόν. Όπως μας δίδαξε η ιστορία, οι άνθρωποι της Λίβερπουλ βρήκαν τον καταλληλότερο αντικαταστάτη του στο πρόσωπο του Κένι Νταλγκλίς, καταβάλλοντας 440 χιλιάδες λίρες στη Σέλτικ για την απόκτησή του. Ο Νταλγκλίς εξελίχθηκε σε έναν από τους κορυφαίους επιθετικούς και μία από τις πιο εμβληματικές μορφές στην ιστορία του συλλόγου του Μερσεϊσάιντ, βιώνοντας με την ομάδα πολλές επιτυχίες τόσο ως παίκτης όσο και ως προπονητής αργότερα. Μην ξεχνάμε πως αποτελεί τον προπονητή που πανηγύρισε το τελευταίο μέχρι τώρα πρωτάθλημα για τους «scousers» (1990). Μαζί με εκείνον, οι «κόκκινοι» απέκτησαν άλλους δύο Σκωτσέζους που είχαν τεράστια συνεισφορά στις επιτυχίες της Λίβερπουλ. Ο λόγος για τον Άλαν Χάνσεν που αποτελεί ίσως τον κορυφαίο αμυντικό στην ιστορία της ομάδας και τον Γκρέιαμ Σούνες για το χώρο του κέντρου.

Ένας από τους μεγαλύτερους παίκτες που φόρεσαν τη φανέλα της Λίβερπουλ, ο σπουδαίος Κένι Νταλγκλίς

 

Τη σεζόν 1977-78 η Λίβερπουλ δε μπόρεσε να κατακτήσει εκ νέου το πρωτάθλημα, αφού ο τίτλος πήγε στην εκπληκτική Νότιγχαμ Φόρεστ του Μπράιαν Κλαφ, όμως στην Ευρώπη κατάφερε να διατηρήσει τα σκήπτρα της. Αφού πήρε το ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ κόντρα στη νέα ομάδα του Κίγκαν, το Αμβούργο (διαλύοντάς το με 6-0 στη ρεβάνς), πέρασε εύκολα το εμπόδιο της Ντιναμό Δρέσδης, ενώ απέκλεισε μεγάλους αντιπάλους στη συνέχεια, όπως τη Μπενφίκα στα προημιτελικά και τη Γκλάντμπαχ στα ημιτελικά, σε μια επανάληψη του τελικού της προηγούμενης χρονιάς. Από τους «αετούς» έχασε στο πρώτο ματς στη Λισσαβώνα με 2-1, όμως ήταν καταιγιστική στη ρεβάνς, επικρατώντας με 4-1 σε ένα παιχνίδι όπου ο Νταλγκλίς σκόραρε το πρώτο του ευρωπαϊκό τέρμα. Παρόμοια ανατροπή πέτυχε η Λίβερπουλ και κόντρα στα «πουλάρια». Στην ήττα με 2-1 στη Γερμανία απάντησε με νίκη 3-0 στο «Άνφιλντ» και πήρε την πρόκριση στον τελικό για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά. Ο προπονητής της Γκλάντμπαχ μάλιστα, ο σπουδαίος Ούντο Λάτεκ που είχε κερδίσει το Κύπελλο Πρωταθλητριών με τη Μπάγερν το 1975, είπε για τους «κόκκινους» μετά τον αποκλεισμό της ομάδας του: «Αυτή η Λίβερπουλ είναι διαφορετική κλάση. Το Κύπελλο είναι δικό της δίχως κανένα πρόβλημα».

Πράγματι, στον τελικό κόντρα στη Μπριζ που έγινε επί αγγλικού εδάφους, στο θρυλικό «Γουέμπλεϊ», η ομάδα του Μπομπ Πέισλι ήταν σαφώς ανώτερη αν και τελικά το ματς κρίθηκε στο γκολ. Το γκολ αυτό πέτυχε-ποιος άλλος;-ο Κένι Νταλγκλίς, σκάβοντας εξαιρετικά τη μπάλα με ωραίο πλασέ μετά από μια φοβερή μπαλιά του Σούνες. Η συνεργασία των δύο Σκωτσέζων στον τελικό έδειξε για ακόμη μία φορά πόσο καίριες ήταν οι προσθήκες τους το περασμένο καλοκαίρι. Ειδικά ο Νταλγκλίς, ολοκλήρωσε τη σεζόν σκοράροντας 31 γκολ με την κόκκινη φανέλα, κάνοντας αμέσως απόσβεση των πολλών χρημάτων που δαπανήθηκαν για να αποκτηθεί. Η Λίβερπουλ αναδείχθηκε για δεύτερη συνεχόμενη φορά πρωταθλήτρια Ευρώπης και συνέχισε να εντυπωσιάζει τη Γηραιά Ήπειρο. Σε εκείνο το παιχνίδι κόντρα στη Μπριζ πάντως, είχαμε και τη μάχη δύο σπουδαίων προπονητών, αφού τεχνικός των Βέλγων ήταν ο Ερνστ Χάπελ, ένας άνθρωπος που ήδη είχε κατακτήσει μια φορά το Κύπελλο Πρωταθλητριών το 1970 με τη Φέγενορντ, θα το έκανε ξανά το 1983 με το Αμβούργο, ενώ το ίδιο καλοκαίρι θα οδηγούσε και την εθνική Ολλανδίας ως τον χαμένο τελικό του Μουντιάλ από την οικοδέσποινα Αργεντινή.

Ο Μπομπ Πέισλι με το δεύτερο Κύπελλο Πρωταθλητριών που κατέκτησε, στο τρένο του γυρισμού από το Λονδίνο στο Λίβερπουλ

 

Την επόμενη σεζόν (1978-79), η Λίβερπουλ επέστρεψε στην κορυφή του αγγλικού ποδοσφαίρου, όμως στο Κύπελλο Πρωταθλητριών αποχαιρέτησε νωρίς αφού η Νότιγχαμ Φόρεστ την απέκλεισε από τον πρώτο κιόλας γύρο. Στο πρώτο ματς του «Σίτι Γκράουντ» οι «κόκκινοι» πλήρωσαν τα κενά στην άμυνά τους και ηττήθηκαν με 2-0. Ο αρχηγός της ομάδας, μάλιστα, ο Έμλιν Χιουζ, είχε δηλώσει μετά το παιχνίδι: «Το αντιμετωπίσαμε περισσότερο σαν παιχνίδι πρωταθλήματος παρά σαν εκτός έδρας ευρωπαϊκό αγώνα. Επιτεθήκαμε πάρα πολύ χωρίς λογική και το πληρώσαμε». Παρά το σαφές προβάδισμα της ομάδας του Κλαφ, λίγοι της έδιναν ελπίδες στη ρεβάνς. Οι αστέρες της Λίβερπουλ όμως δε μπορούσαν να νικήσουν τον εκπληκτικό Πίτερ Σίλτον και το τελικό 0-0 σήμαινε πως η πρωταθλήτρια Ευρώπης είχε αποκλειστεί μετά από δύο σερί κατακτήσεις του τροπαίου. Όχι όμως από καμιά τυχαία ομάδα. Η Φόρεστ θα έπαιρνε τη σκυτάλη από τους «ρεντς» και θα έφτανε και αυτή για δύο σερί χρονιές στην κορυφή της Ευρώπης, δίνοντας συνέχεια στην κυριαρχία των αγγλικών συλλόγων στην κορυφαία ευρωπαϊκή διασυλλογική διοργάνωση.

Το 1980 η Λίβερπουλ πανηγύρισε ένα ακόμη πρωτάθλημα στην Αγγλία, το τέταρτο υπό τις οδηγίες του Μπομπ Πέισλι. Αυτό της έδωσε το εισιτήριο για τη συμμετοχή της στο Κύπελλο Πρωταθλητριών της επόμενης σεζόν (1980-81), εκεί που έμελλε να γράψει άλλη μια χρυσή σελίδα στην ιστορία της. Η ομάδα του Μερσεϊσάιντ διέλυσε στο πέρασμά της τη φινλανδική OPS, την Αμπερντίν αλλά και την ΤΣΣΚΑ Σόφιας, με τους Σούνες, ΜακΝτέρμοτ, Νταλγκλίς και όλους τους υπόλοιπους να συνεχίζουν τις μεγάλες τους παραστάσεις.

Συνάντησε ουσιαστικά το πρώτο μεγάλο εμπόδιο στα ημιτελικά, όταν έπρεπε να αντιμετωπίσει τη Μπάγερν των Μπράιτνερ, Ρουμενίγκε, Ντίτερ Χένες και Αουγκεντάλερ. Το πρώτο ματς στο «Άνφιλντ» ήταν εξαιρετικό με πάρα πολλές φάσεις και για τις δύο ομάδες, παραδόξως όμως ολοκληρώθηκε χωρίς τέρματα. Στο παιχνίδι εκείνο, ο Πέισλι ξεκίνησε στην ενδεκάδα έναν νεαρό φορ με το όνομα Ίαν Ρας. Ο Ουαλός επιθετικός μόλις εκείνη τη σεζόν είχε ξεκινήσει δειλά δειλά να κάνει τις πρώτες του εμφανίσεις με την κόκκινη φανέλα. Πολλοί ξαφνιάστηκαν με εκείνη την επιλογή, άλλοι ρωτούσαν ποιος είναι αυτός, όμως ο τεχνικός της Λίβερπουλ έδωσε σε όλους μια αποστομωτική απάντηση: «Σε λίγο καιρό θα είναι ο κορυφαίος σκόρερ στη χώρα, τότε θα με ρωτάτε μόνο όταν δε θα παίζει». Ήταν απόλυτα σωστός στην πρόβλεψή του. Ο Ρας θα εξελισσόταν σε έναν από τους μεγαλύτερους επιθετικούς που αγωνίστηκαν στα βρετανικά γήπεδα και αποτελεί μέχρι σήμερα τον πρώτο σκόρερ στην ιστορία της Λίβερπουλ.

Στον επαναληπτικό του Μονάχου, ένα γκολ του Ρέι Κένεντι οκτώ λεπτά πριν τη λήξη έδωσε την πρόκριση στους «ρεντς», παρά την ισοφάριση του Ρουμενίγκε. Τρία χρόνια μετά την τελευταία φορά, η Λίβερπουλ ήταν και πάλι στον τελικό. Αντίπαλος θα ήταν η Ρεάλ Μαδρίτης, η οποία έψαχνε την ευρωπαϊκή διάκριση δεκαπέντε χρόνια μετά την τελευταία της επιτυχία. Στο «Παρκ ντε Πρενς» του Παρισιού, ο τελικός δεν ήταν πλούσιος σε θέαμα, όμως για τη Λίβερπουλ αρκούσε ένα γκολ του αριστερού της μπακ Άλαν Κένεντι από πλάγια θέση εννιά λεπτά πριν το φινάλε. Η ομάδα του Μερσεϊσάιντ ήταν πρωταθλήτρια Ευρώπης για τρίτη φορά στην ιστορία της, ισοφαρίζοντας την επίδοση του Άγιαξ και της Μπάγερν. Είναι μάλιστα μέχρι σήμερα η τελευταία ομάδα που κέρδισε τη Ρεάλ Μαδρίτης σε έναν ευρωπαϊκό τελικό (εξαιρούνται τα Σούπερ Καπ). Παράλληλα, για πέμπτη συνεχόμενη χρονιά το τρόπαιο παρέμενε σε αγγλικά χέρια, και το σερί θα έφτανε τις έξι σεζόν, αφού την επόμενη χρονιά πανηγύρισε η Άστον Βίλα. Όσο για τον Μπομπ Πέισλι, έγινε ο πρώτος προπονητής που κερδίζει τρία Κύπελλα Πρωταθλητριών. Θα έπρεπε να περάσουν 33 χρόνια για να ισοφαρίσει την επίδοσή του ο Κάρλο Αντσελότι, ενώ αργότερα το έκανε και ο Ζινεντίν Ζιντάν. Παραμένει όμως μαζί με τους άλλους δύο ο πιο επιτυχημένος προπονητής στην ιστορία της διοργάνωσης. Την ίδια σεζόν η Λίβερπουλ πήρε και το Λιγκ Καπ Αγγλίας.

Οι παίκτες της Λίβερπουλ πανηγυρίζουν το τρίτο τους Κύπελλο Πρωταθλητριών μέσα σε πέντε χρόνια

 

Πριν ο Πέισλι αποχωρήσει, το 1983, πρόλαβε να οδηγήσει τη Λίβερπουλ στην κατάκτηση άλλων δύο πρωταθλημάτων και ισάριθμων Λιγκ Καπ (1982, 1983). Μετά την κατάκτηση του τελευταίου Λιγκ Καπ μάλιστα, έγινε ο πρώτος προπονητής που ανέβηκε στην κερκίδα των επισήμων του "Γουέμπλεϊ" για να παραλάβει ο ίδιος το τρόπαιο, σε μια κίνηση των παικτών της ομάδας ώστε να τιμήσουν τον θρυλικό τεχνικό. Στο Κύπελλο Πρωταθλητριών δε μπόρεσε να φτάσει και σε μια τέταρτη επιτυχία, αφού τη σεζόν 1981-82 η Λίβερπουλ αποκλείστηκε από την ΤΣΣΚΑ Σόφιας στα προημιτελικά και την επόμενη χρονιά έμεινε εκτός στον ίδιο γύρο από την πολωνική Βίτζεβ Λοτζ. Όταν αποφάσισε να αφήσει την τεχνική ηγεσία του συλλόγου μετά από 44 χρόνια προσφοράς από διάφορα πόστα, τη θέση του πήρε ο βοηθός του και παλαιότερα γυμναστής της ομάδας, ο Τζο Φάγκαν.

Ο Φάγκαν, όπως και ο Πέισλι όταν κλήθηκε να αντικαταστήσει τον Σάνκλι, αρχικά παρουσιάστηκε αρνητικός στο να συνεχίσει τη βαριά κληρονομιά του προκατόχου του, όμως ύστερα από πιέσεις είπε τελικά το «ναι». Δεν άλλαξε πολλά πράγματα στην ομάδα, διαχειρίστηκε εξαιρετικά το σπουδαίο έργο που του είχε παραδώσει ο Πέισλι και το 1984 οδήγησε τη Λίβερπουλ σε ένα αξιομνημόνευτο τρεμπλ αφού κατέκτησε το πρωτάθλημα, το Λιγκ Καπ και-το σημαντικότερο όλων-το Κύπελλο Πρωταθλητριών εις βάρος της Ρόμα μέσα στο «Ολίμπικο», στον πρώτο τελικό στην ιστορία της διοργάνωσης που κρίθηκε στα πέναλτι. Μέσα σε οκτώ μόλις χρόνια, η Λίβερπουλ είχε κερδίσει τέσσερις φορές τη σημαντικότερη διασυλλογική διοργάνωση! Ένα χρόνο μετά, πήγε τους «κόκκινους» σε έναν ακόμη τελικό τον οποίο έχασαν από τη Γιουβέντους, σε ένα παιχνίδι όμως που τα πάντα επισκίασε η τραγωδία του «Χέιζελ». Εκείνο το παιχνίδι σήμανε και το τέλος της κυριαρχίας του αγγλικού ποδοσφαίρου στην Ευρώπη, αφού μετά τα όσα έγιναν στο «Χέιζελ» οι ομάδες από το Νησί αποκλείστηκαν για τα επόμενα πέντε χρόνια από τα ευρωπαϊκά κύπελλα, η δε Λίβερπουλ για τα επόμενα έξι.

Η Λίβερπουλ του Μπομπ Πέισλι πέτυχε γιατί πρωτίστως καθοδηγούνταν από έναν άνθρωπο που ζούσε και ανέπνεε για το σύλλογο, έναν άνθρωπο που ήταν η ίδια η Λίβερπουλ. Ο χρυσός απολογισμός στα εννέα χρόνια θητείας του ως πρώτος προπονητής γράφει είκοσι συνολικά τίτλους: έξι πρωταθλήματα, τρία Λιγκ Καπ, έξι Τσάριτι Σιλντ, τρία Κύπελλα Πρωταθλητριών, ένα Κύπελλο ΟΥΕΦΑ και ένα Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ. Στη διάρκεια της παρουσίας του στην τεχνική ηγεσία, οι «κόκκινοι» σημείωσαν ένα ακατάρριπτο ρεκόρ 85 εντός έδρας αγώνων χωρίς ήττα σε όλες τις διοργανώσεις. Δεν είναι υπερβολή να πούμε πως επί των ημερών του η Λίβερπουλ ήταν η κορυφαία ομάδα στον κόσμο. Εδώ και σχεδόν είκοσι χρόνια, η πύλη έξω από το "Άνφιλντ" που οδηγεί στο "Kop" φέρει το όνομά του, για να υπενθυμίζει σε όλους πόσο σημαντικός υπήρξε για το σύλλογο. Ο ίδιος έμεινε στην ιστορία ως ο κορυφαίος τεχνικός στην ιστορία της ομάδας καθώς και ο σπουδαιότερος Άγγλος προπονητής όλων των εποχών. Και τα όσα κατάφερε με το σύλλογο του Μερσεϊσάιντ ήταν αυτά που μετέτρεψαν μία δυνατή ομάδα στο θρύλο που είναι σήμερα.

Πηγές: "Αντιστρέφοντας την πυραμίδα", Jonathan Wilson, εκδ. Polaris, 2008

             "Football, the history of the beautiful game", Keir Radnedge, εκδ. igloo, 2008

             "Ταξίδι στ' αστέρια", Χρήστος Σωτηρακόπουλος, εκδ. Τόπος, 2016

             www.sport24.gr

             www.sport-retro.gr

             www.kathimerini.gr

Πίσω