Ομάδες που έγραψαν ιστορία: Η Μπάγερν της δεκαετίας του '70

2018-11-26 18:33

Του Ανδρέα Λεκάκη

 

Μετά τα όσα σπουδαία πέτυχε ο Άγιαξ στις αρχές της δεκαετίας του ’70, με τις τρεις συνεχόμενες κατακτήσεις του Κυπέλλου Πρωταθλητριών παίζοντας εξαιρετικό ποδόσφαιρο, ελάχιστοι πίστευαν πως θα μπορούσε να βρεθεί άλλη ομάδα που θα επαναλάμβανε αυτά τα επιτεύγματα, ειδικά μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Η Μπάγερν Μονάχου ήταν αυτή που πήρε αμέσως τη σκυτάλη από τον «Αίαντα» κυριαρχώντας στο ευρωπαϊκό προσκήνιο και μπορεί οι Βαυαροί να μην άσκησαν τόσο μεγάλη επιρροή στην πορεία του αθλήματος όσο ο Άγιαξ με το περίφημο «ολοκληρωτικό ποδόσφαιρό» του, όμως διέθεταν μια σπουδαία γενιά ποδοσφαιριστών, η κλάση των οποίων τους χάρισε τρεις σερί φορές την ευρωπαϊκή κορυφή, καθώς και τον θαυμασμό όλου του ποδοσφαιρικού κόσμου. Για να δούμε όμως πώς έφτασε η ομάδα σε αυτή την επιτυχία, θα πρέπει να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Σήμερα η Μπάγερν είναι η αδιαμφισβήτητη κυρίαρχος του γερμανικού ποδοσφαίρου και ένα από τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά μεγέθη, όμως τη δεκαετία του ’60, ο βαυαρικός σύλλογος απείχε έτη φωτός από το τωρινό του στάτους. Αρκεί να αναφέρουμε πως αγωνιζόταν στη δεύτερη κατηγορία και μέχρι εκείνη την εποχή είχε κατακτήσει μόλις ένα πρωτάθλημα, το μακρινό 1932! Ο άνθρωπος που έβαλε τις βάσεις για να αλλάξει ο ρους της ιστορίας του συλλόγου, ήταν ο Ζλάτκο Τσαϊκόφσκι. Έχοντας κατακτήσει ως προπονητής με την Κολωνία το πρωτάθλημα το 1963, μετακινήθηκε την ίδια χρονιά στο Μόναχο για να αναλάβει τη Μπάγερν. Εκεί διαπίστωσε πως στις ακαδημίες βρίσκονταν παίκτες με τρομερές δυνατότητες, όπως ο Σεπ Μάιερ, ο Φραντς Μπεκενμπάουερ και ο Γκερντ Μίλερ, έτσι κατάλαβε πως υπήρχε πρόσφορο έδαφος για να χτίσει μια ομάδα που στο μέλλον θα μπορούσε να φτάσει σε μεγάλες επιτυχίες. Ο Κροάτης τεχνικός ανέβασε τη Μπάγερν στην πρώτη κατηγορία και χρησιμοποιώντας ως μαγιά το τρομερό υλικό που είχε βρει στα τμήματα υποδομής, την οδήγησε σε αξιοσημείωτα επιτεύγματα όπως η κατάκτηση δύο συνεχόμενων Κυπέλλων Γερμανίας (1966, 1967) και-το πιο σημαντικό-αυτή του Κυπέλλου Κυπελλούχων το 1967, επικρατώντας στον τελικό με 1-0 των Ρέιντζερς. Όπως γίνεται αντιληπτό, ήταν πολύ μεγάλη υπόθεση η κατάκτηση ενός ευρωπαϊκού τροπαίου για μια ομάδα που ελάχιστα χρόνια πριν έπαιζε στη δεύτερη κατηγορία.

Ο Γκερντ Μίλερ υπήρξε ίσως ο σπουδαιότερος σέντερ φορ που αγωνίστηκε στα ευρωπαϊκά γήπεδα

 

Ο «Τσικ», όπως αποκαλούσαν χαϊδευτικά τον Τσαϊκόφσκι, έφυγε από τη Βαυαρία το 1968 και στη συνέχεια της προπονητικής του καριέρας πέρασε και από τα μέρη μας, οδηγώντας την ΑΕΚ σε ένα αλησμόνητο νταμπλ τη σεζόν 1977-78. Στη Μπάγερν βεβαίως είχε ήδη πραγματοποιήσει σπουδαία δουλειά και πάνω σε αυτήν βασίστηκε ο διάδοχός του στον πάγκο, ο επίσης Κροάτης Μπράνκο Ζέμπετς, υπό τις οδηγίες του οποίου η ομάδα κατέκτησε το πρωτάθλημα στη Γερμανία το 1969, το πρώτο της μετά από 36 χρόνια!

Τον Μάρτιο του 1970 ο Ζέμπετς αποτέλεσε παρελθόν και ο αντικαταστάτης του ήταν ο Ούντο Λάτεκ, ένας προπονητής τον οποίο είχε προτείνει ο Μπεκενμπάουερ. Η πρόσληψή του προκάλεσε αντιδράσεις, αφού δεν είχε καθίσει στον πάγκο άλλης ομάδας ως πρώτος προπονητής στο παρελθόν, όμως η ιστορία δικαίωσε τον Γερμανό τεχνικό αλλά και τον «Κάιζερ» για την επιλογή του. Δίπλα στους σπουδαίους Μπεκενμπάουερ, Μίλερ και Μάιερ, αλλά και στους Ροτ και Σβάρτσενμπεργκ που επίσης προέρχονταν από τα φυτώρια της Μπάγερν, ο Λάτεκ καθιέρωσε και τους Μπράιτνερ και Χένες, τελειοποιώντας ουσιαστικά την ομάδα που έμελλε να εντυπωσιάσει την Ευρώπη τα επόμενα χρόνια.

Η επιβλητική παρουσία του Σεπ Μάιερ, ενός εκ των κορυφαίων τερματοφυλάκων του 20ού αιώνα, δέσποζε κάτω από τα δοκάρια της ομάδας αυτής. Στα μετόπισθεν υπήρχε ο Φραντς Μπεκενμπάουερ, ένας από τους λίγους αμυντικούς που σημάδεψαν την ιστορία του ποδοσφαίρου, κατακτώντας δις τη «Χρυσή Μπάλα», το 1972 και το 1976. Ξεκίνησε την καριέρα του σαν δεκάρι, όμως ο Τσαϊκόφσκι τον καθιέρωσε ως λίμπερο. Ικανότατος με τη μπάλα στα πόδια, ο «Κάιζερ» ξεχώριζε με το απαράμιλλο στυλ του και τις ηγετικές του ικανότητες. Δίπλα του στο κέντρο της άμυνας βρισκόταν ο Χανς Γκέοργκ Σβάρτσενμπεκ, παίκτης που σε καμιά περίπτωση δεν είχε την τεχνική του Μπεκενμπάουερ, όμως αποτελούσε έναν από τους σπουδαιότερους αμυντικούς της εποχής. Στα πρώτα χρόνια της κυριαρχίας της Μπάγερν, ο Πολ Μπράιτνερ ήταν επίσης σημείο αναφοράς, όντας ικανός να παίξει και σαν αριστερός μπακ αλλά και σαν μέσος. Στη μεσαία γραμμή κυριαρχούσε ο Φραντς Ροτ, ένα χαφ που έκανε πολλή δουλειά και που είχε σκοράρει μάλιστα σε πολλά κρίσιμα παιχνίδια για τη Μπάγερν. Στην επίθεση, ο Γκερντ Μίλερ αποτελούσε την επιτομή του σέντερ φορ, αφού οι τοποθετήσεις του μέσα στην περιοχή και η εκτελεστική του ικανότητα τον έκαναν έναν από τους σπουδαιότερους-αν όχι τον σπουδαιότερο-επιθετικούς στην ιστορία του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Μέχρι και σήμερα είναι ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία του συλλόγου. Δίπλα του σαν εξτρέμ στα δεξιά αγωνιζόταν ο Ούλι Χένες, παίκτης με μεγάλη ταχύτητα και σπουδαία τεχνική, ενώ από την άλλη πλευρά βρισκόταν ο Γιουπ Καπέλμαν, απειλή για κάθε άμυνα όταν έφερνε τη μπάλα στο αριστερό του πόδι. Το ακόμη πιο σπουδαίο για εκείνη την ξεχωριστή φουρνιά παικτών, ήταν ότι εκτός από τις αξιοθαύμαστες ποδοσφαιρικές τους επιδόσεις έδειχναν συχνά και το κοινωνικό τους πρόσωπο, γυρνώντας στις γειτονιές του Μονάχου για να μιλήσουν με τα παιδιά, να παίξουν μαζί τους μπάλα αλλά και να μοιράσουν εισιτήρια για τους αγώνες.

Ο Φραντς Μπεκενμπάουερ ήταν ο μεγάλος ηγέτης της Μπάγερν αλλά και της εθνικής Δυτικής Γερμανίας, με την οποία κατέκτησε το Euro το 1972 και το Μουντιάλ το 1974

 

Υπό την καθοδήγηση του Λάτεκ, η Μπάγερν πήρε τον τίτλο στη Γερμανία το 1972, βγαίνοντας νικήτρια σε μια συγκλονιστική κούρσα με αντίπαλο τη Σάλκε. Ο Γκερντ Μίλερ σκόραρε 40 τέρματα για τους Βαυαρούς εκείνη τη χρονιά στο πρωτάθλημα, ξεπερνώντας κατά ένα τον Αντώνη Αντωνιάδη του Παναθηναϊκού και κατακτώντας το «Χρυσό Παπούτσι». Έγινε έτσι ο πρώτος ποδοσφαιριστής που κερδίζει το βραβείο δυο φορές, αφού το είχε καταφέρει και το 1970, χρονιά στην οποία είχε κατακτήσει και τη «Χρυσή Μπάλα», μαζί με τον τίτλο του πρώτου σκόρερ στο Μουντιάλ του Μεξικού. Στο Κύπελλο Πρωταθλητριών της περιόδου 1972-73, η γερμανική ομάδα είχε μεγάλες βλέψεις, όμως δεν ήταν ακόμη έτοιμη να διαδεχθεί τον μεγάλο Άγιαξ, αφού οι Ολλανδοί τη διέλυσαν με 4-0 στο Άμστερνταμ, όταν οι δυο τους συναντήθηκαν στα προημιτελικά. Τη χρονιά εκείνη πάντως οι Βαυαροί πήραν δεύτερο σερί τίτλο και στο Πρωταθλητριών της επόμενης σεζόν θα ξεκινούσε η περίοδος της ευρωπαϊκής τους κυριαρχίας.

Η αποχώρηση του Γιόχαν Κρόιφ για τη Μπαρτσελόνα το καλοκαίρι του 1973, καθώς και αυτή του προπονητή Στέφαν Κόβατς νωρίτερα, είχε σημάνει την αρχή του τέλους της ολλανδικής αυτοκρατορίας του Άγιαξ, έτσι η Μπάγερν εκμεταλλεύτηκε τη συγκυρία αυτή για να αναλάβει εκείνη πρωταγωνιστικό ρόλο στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Στον πρώτο γύρο του Κυπέλλου Πρωταθλητριών της περιόδου 1973-74, οι Βαυαροί απέκλεισαν δύσκολα στα πέναλτι τη σουηδική Ατβίνταμπεργκ. Στα δύο παιχνίδια μεταξύ των ομάδων, ξεχώρισε για τους Σκανδιναβούς ο Κόνι Τόρστενσον, ο οποίος τόσο εντυπωσίασε τους αντιπάλους που με παρότρυνση του Μπεκενμπάουερ η Μπάγερν τον απέκτησε αμέσως! Στο τέλος της σεζόν σήκωσε το τρόπαιο με τους Βαυαρούς και παραμένει μέχρι σήμερα ο μοναδικός που την ίδια χρονιά έπαιξε αντίπαλος της ομάδας με την οποία στη συνέχεια κατέκτησε το κύπελλο Ευρώπης. Με τους τωρινούς κανονισμούς, σύμφωνα με τους οποίους δε μπορεί ένας παίκτης να παίξει την ίδια χρονιά με δύο διαφορετικές ομάδες στο Champions League, δύσκολα θα υπάρξει άλλος!

Στα προημιτελικά η Μπάγερν απέκλεισε την ΤΣΣΚΑ Σόφιας, την ομάδα που είχε σοκάρει τον ποδοσφαιρικό πλανήτη αποκλείοντας τον Άγιαξ στον δεύτερο γύρο, ενώ στους ημιτελικούς έβγαλε εκτός άλλη μια ομάδα-έκπληξη, την ουγγρική Ουίπεστ. Τελευταίο της εμπόδιο πριν το τρόπαιο ήταν η Ατλέτικο Μαδρίτης, με τις δυο ομάδες να αναμετρώνται σε διπλούς τελικούς, κάτι που συνέβη για πρώτη και τελευταία φορά στην ιστορία του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Στο «Χέιζελ» των Βρυξελλών, οι «ροχιμπλάνκος» πήραν προβάδισμα χάρη σε ένα γκολ του Λουίς Αραγονές στο 24ο λεπτό της παράτασης και έφτασαν μια ανάσα από το τρόπαιο, όμως ένα σουτ της απελπισίας του Σβάρτσενμπεκ από τα 35 μέτρα έφερε την ισοφάριση για τη Μπάγερν. Δυο μέρες αργότερα, οι δυο ομάδες συναντήθηκαν ξανά στο ίδιο γήπεδο και αυτή τη φορά οι Βαυαροί δεν άφησαν περιθώρια στους εξαντλημένους Ισπανούς. Χένες και Μίλερ πέτυχαν από δύο γκολ και με το εμφατικό 4-0 η Μπάγερν στέφθηκε για πρώτη φορά πρωταθλήτρια Ευρώπης. Στους σπουδαίους παίκτες αυτής της ομάδας βασίστηκε φυσικά και η εθνική Δυτικής Γερμανίας, η οποία στο Μουντιάλ που διοργάνωσε η ίδια το 1974 έφτασε στην κορυφή του κόσμου. Για πρώτη και μοναδική ως τώρα φορά, μια χώρα έβλεπε μια ομάδα της αλλά και το αντιπροσωπευτικό της συγκρότημα να κατακτούν την ίδια χρονιά Κύπελλο Πρωταθλητριών και Μουντιάλ αντίστοιχα.

Για τρία συναπτά έτη, ο Μπεκενμπάουερ σήκωνε διαρκώς το Κύπελλο Πρωταθλητριών ως αρχηγός των Βαυαρών

 

Το καλοκαίρι του 1974 πραγματοποιήθηκαν ορισμένες σημαντικές αλλαγές στην ομάδα, που όμως καθόλου δεν επηρέασαν τη συνέχιση της ευρωπαϊκής της επιτυχίας. Ο Ούντο Λάτεκ αποτέλεσε παρελθόν από την τεχνική ηγεσία πληρώνοντας τις κακές σχέσεις του με κάποιους από τους παίκτες. Θα ξαναγυρνούσε εννιά χρόνια μετά, για να οδηγήσει αργότερα τη Μπάγερν σε έναν ακόμη ευρωπαϊκό τελικό, χαμένο αυτή τη φορά, κόντρα στην Πόρτο το 1987. Ακόμη, ο Πολ Μπράιτνερ μετακινήθηκε στη Ρεάλ Μαδρίτης. Διάδοχος του Λάτεκ στον πάγκο ήταν ο Ντίτμαρ Κράμερ, ένας έξυπνος και εργατικός προπονητής ο οποίος, σε μια παρόμοια περίπτωση του Στέφαν Κόβατς με τον Ρίνους Μίχελς στον Άγιαξ, διαχειρίστηκε εξαιρετικά την ομάδα που είχε χτίσει ο προκάτοχός του. Παρ’ όλα αυτά, ξεκινώντας την αποστολή της να υπερασπιστεί τα κεκτημένα της στο Κύπελλο Πρωταθλητριών της νέας χρονιάς, η Μπάγερν δεν εντυπωσίασε. Το πρώτο της εμπόδιο ήταν το Μαγδεμβούργο από την Ανατολική Γερμανία, κάτοχος του Κυπέλλου Κυπελλούχων. Αν και οι Ανατολικογερμανοί προηγήθηκαν με 2-0, με το πρώτο τέρμα να το πετυχαίνει μάλιστα ο Γιούργκεν Σπαρβάσερ, ο σκόρερ της μεγάλης νίκης της Ανατολικής Γερμανίας κόντρα στη Δυτική στην ιστορική τους συνάντηση στο Μουντιάλ λίγους μήνες πριν, ο Μίλερ «καθάρισε» για τους Βαυαρούς γυρνώντας το ματς σε 3-2, ενώ έκρινε την πρόκριση και στη ρεβάνς.

Στα προημιτελικά αντιμετώπισαν την αρμενική Αραράτ Ερεβάν, πρωταθλήτρια Σοβιετικής Ένωσης, νικώντας την με 2-0 στο Μόναχο και γνωρίζοντας την ήττα με 1-0 στη ρεβάνς, σε ένα παιχνίδι που ο Μάιερ πραγματοποίησε καθοριστικές επεμβάσεις και γλίτωσε τους Γερμανούς από μεγαλύτερους μπελάδες. Στα ημιτελικά, η Σεντ Ετιέν του Υβ Τριαντάφυλλου και του Ζαν Μισέλ Λαρκέ μπορεί να είχε δείξει δείγματα της σπουδαίας ομάδας που διέθετε τότε και να προϊδέαζε τον κόσμο για την πορεία της την επόμενη χρονιά όπου θα έφτανε ως τον τελικό, όμως η Μπάγερν με ένα 0-0 στη Γαλλία και με μια νίκη με 2-0 στο Μόναχο την προσπέρασε. Στον τελικό του Παρισιού περίμενε η Λιντς, μια από τις σπουδαιότερες αγγλικές ομάδες εκείνα τα χρόνια. Το παιχνίδι σημαδεύτηκε από κάποιες αμφιλεγόμενες αποφάσεις του διαιτητή καθώς και από τα σοβαρά επεισόδια που προκάλεσαν οι φίλοι της Λιντς στις εξέδρες, όμως η Μπάγερν επικράτησε με 2-0 χάρη σε γκολ του Ροτ και του Μίλερ και διατήρησε το τρόπαιο στο Μόναχο. Στο πρωτάθλημα πάντως πραγματοποίησε μια μετριότατη παρουσία και τερμάτισε δέκατη, με τη Γκλάντμπαχ να βάζει τέλος στην τριετή της κυριαρχία. Παρ’ όλα αυτά, ως πρωταθλήτρια Ευρώπης εξασφάλισε τη συμμετοχή της στο Κύπελλο Πρωταθλητριών και της επόμενης χρονιάς.

Η σεζόν 1975-76 ξεκίνησε με διάφορα προβλήματα για τη Μπάγερν, αφού ο Μίλερ δε βρισκόταν στην καλύτερή του κατάσταση, ενώ και ο Χένες αντιμετώπιζε αρκετούς τραυματισμούς. Ευτυχώς για τους Βαυαρούς είχε αρχίσει να δείχνει δείγματα της κλάσης του ο νεαρός τότε Καρλ-Χάιντς Ρουμενίγκε, ο οποίος ολοένα και περισσότερο καθιερωνόταν στα πλάνα του Κράμερ και έδειχνε να δένει εξαιρετικά με τους υπόλοιπους. Ο Ρουμενίγκε βοήθησε πολύ στο να προκριθεί η Μπάγερν εις βάρος της Μάλμε αλλά και της Μπενφίκα, με τους Βαυαρούς να ισοπεδώνουν με το εντυπωσιακό 5-1 τους Πορτογάλους στο Μόναχο, με δυο γκολ του Ντέρνμπεργκερ και άλλα δύο του Μίλερ. Στους ημιτελικούς αντιμετώπισαν τη Ρεάλ Μαδρίτης του Μπράιτνερ και του άλλοτε σταρ της Γκλάντμπαχ, Γκίντερ Νέτσερ. Ούτε όμως η «βασίλισσα» δε στάθηκε ικανή να σταματήσει την πορεία της γερμανικής ομάδας. Το πρώτο ματς στο «Μπερναμπέου» έληξε 1-1 με τον Μίλερ να ισοφαρίζει το γκολ του Μαρτίνες και στο επαναληπτικό οι Βαυαροί δε δυσκολεύτηκαν να επικρατήσουν με 2-0, με τον «bomber», όπως ήταν το παρατσούκλι του Μίλερ, να παίρνει πάλι το όπλο του και να πετυχαίνει και τα δύο γκολ.

Στον τελικό της Γλασκώβης, η Σεντ Ετιέν τα έδωσε όλα αλλά ήταν γραφτό η Μπάγερν να κατακτήσει το βαρύτιμο τρόπαιο για τρίτη συνεχόμενη φορά. Οι «στεφανουά» βρήκαν δύο φορές το δοκάρι του Μάιερ και αφού οι Βαυαροί στάθηκαν τυχεροί, σκόραραν χάρη σε ένα απευθείας χτύπημα φάουλ του Ροτ. Το 1-0 έμεινε ως το τέλος και εκείνη η Μπάγερν Μονάχου, η οποία ισοφάρισε το επίτευγμα του Άγιαξ με τις τρεις συνεχόμενες κατακτήσεις του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, έφτασε στο απόγειο της δόξας της. Λίγους μήνες μετά, θα προσέθετε στη συλλογή της και το Διηπειρωτικό Κύπελλο, επικρατώντας με 2-0 της βραζιλιάνικης Κρουζέιρο.

Οι παίκτες της Μπάγερν, πρωταθλητές Ευρώπης για τρίτη σερί χρονιά, ποζάρουν με το τρόπαιο του Κυπέλλου Πρωταθλητριών

 

Οι περισσότεροι μεγάλοι αστέρες εκείνης της ομάδας έμειναν στον σύλλογο μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’70, με εξαίρεση τον Μπεκενμπάουερ που έφυγε για τη Νιου Γιορκ Κόσμος το 1977. Κάποιοι λίγοι, όπως ο Σβάρτσενμπεκ και ο Ρουμενίγκε, πρόλαβαν να πανηγυρίσουν κι άλλα πρωταθλήματα (1980, 1981), όμως ήταν φανερό πια πως μετά από τη μεγάλη επιτυχία των τριών σερί ευρωπαϊκών τροπαίων η καριέρα τους μοιραία και απόλυτα λογικά άρχισε να φθίνει-με εξαίρεση τον Ρουμενίγκε που ήταν νεότερος και πρωταγωνίστησε και στη δεκαετία του ’80-και ο κύκλος της μεγάλης Μπάγερν είχε κλείσει. Εκείνη η τρομερή φουρνιά όμως, έστω και έχοντας την εύνοια της τύχης και των συγκυριών σε αρκετές περιπτώσεις κυρίως στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, είχε προλάβει να αλλάξει μια για πάντα την υπόσταση της βαυαρικής ομάδας στο γερμανικό και ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο και να μείνει στην ιστορία.

Πηγές: "Football, the history of the beautiful game", Keir Radnedge, εκδ. igloo, 2008

            "Ταξίδι στ' αστέρια", Χρήστος Σωτηρακόπουλος, εκδ. Τόπος, 2016

Πίσω